και τα πλεονεκτήματα της στην καλλιέργεια της ελιάς
04.10.2023
Με τον όρο υδρολίπανση εννοούμε την έγχυση υδατοδιαλυτών λιπασμάτων στο σύστημα άρδευσης, με την οποία ο παραγωγός μπορεί να πετύχει λίπανση και άρδευση την ίδια ακριβώς στιγμή. Η μέθοδος της υδρολίπανσης έχει διάφορα πλεονεκτήματα σε όλες τις καλλιέργειες. Ειδικότερα όμως στην ελιά, έχει αποδειχθεί ότι με την υδρολίπανση επιτυγχάνεται μέγιστη αξιοποίηση των θρεπτικών συστατικών στα πολύ κρίσιμα στάδια που έχει ανάγκη το δέντρο. Επιτυγχάνεται επίσης ομοιομορφία στην κατανομή των θρεπτικών συστατικών στον δενδρώνα, οικονομία στη χρήση λιπασμάτων αλλά και στο χρόνο του παραγωγού, και τέλος αποφυγή έκπλυσης ουσιών και επιβάρυνσης του υδροφόρου ορίζοντα.
Παρά την μακρά παράδοση της Ελλάδας στην ελαιοκαλλιέργεια, που έχει τις ρίζες της βαθιά στην αρχαιότητα, η νέα γενιά παραγωγών υιοθετεί την τελευταία δεκαετία καινοτόμες τεχνικές που εστιάζουν στην εντατικοποίηση, την αποτελεσματικότητα και την βιωσιμότητα. Σε αυτό το πνεύμα, όλο και συχνότερα εμφανίζονται πυκνά, ακόμα και υπέρ-πυκνα συστήματα φύτευσης που απαιτούν νέα στρατηγική όσον αφορά την λίπανση. Η τεχνική της υδρολίπανσης λοιπόν κερδίζει όλο και περισσότερους υποστηρικτές ανά τον κόσμο χάρη στην ακρίβεια και ευελιξία που προσφέρει.
Παρά την δημοφιλία του σχετικά νέου αυτού συστήματος, οι περισσότερες «συνταγές» λίπανσης, ακόμα αφορούν την προσθήκη θρεπτικών συστατικών με συμβατικό τρόπο σε ξερικούς ελαιώνες, ενώ η αποτελεσματικότητα ενσωμάτωσης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις βροχοπτώσεις. Η τεχνική αυτή μπορεί να είναι συμφέρουσα σε παραδοσιακούς ξηρικούς ελαιώνες, όμως έχει μεγάλους περιορισμούς και δυσκολίες σε πιο νέους αρδευόμενους ελαιώνες με μικρότερες αποστάσεις φύτευσης. Η παροχή άρδευσης αυξάνει τόσο την δυναμική όσο και την παραγωγικότητα των δέντρων, δημιουργώντας υψηλότερες ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά, ιδίως σε άζωτο. Για να καλυφθούν οι ανάγκες αυτές, με βιώσιμο και οικονομικά συμφέροντα τρόπο, οι ελαιοκαλλιεργητές στρέφονται προς την υδρολίπανση. Η μέθοδος αυτή προσφέρει υψηλότερη διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών κοντά στο ενεργό ριζικό σύστημα με τις ελάχιστες απώλειες λόγω έκπλυσης, μειώνοντας έτσι τις απαιτούμενες προστιθέμενες ποσότητες σε λιπάσματα. Σύμφωνα με έρευνα του ευρωπαϊκού προγράμματος Olive4Climate (1), η μείωση αυτή μπορεί να φτάσει ακόμα και το 25-30%. Σημαντική είναι και η αύξηση της κόμης των δέντρων και της απόδοσής τους, με την υδρολίπανση. Σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, η συνεχής παροχή κατάλληλων ποσοτήτων θρεπτικών συστατικών, αύξησε την παραγωγή στην Κορωνέικη και μείωσε την ένταση της παρενιαυτοφορίας. Η απόδοση παρουσίασε σταδιακή αύξηση χρόνο με τον χρόνο με τα βέλτιστα αποτελέσματα να σημειώνονται τον τέταρτο χρόνο εφαρμογής της υδρολίπανσης (Mezghani et al., 2016).
Η υδρολίπανση δίνει την δυνατότητα συνεχούς (σε τακτά χρονικά διαστήματα) παροχής θρεπτικών συστατικών, καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες του δέντρου σε κρίσιμα για την παραγωγή στάδια, όπως η άνθιση και η καρπόδεση. Παράλληλα, μέσω του συστήματος αυτού, ο παραγωγός μπορεί να παίρνει γρήγορες αποφάσεις και άμεσα να αντιμετωπίσει ξαφνικές τροφοπενίες σε συγκεκριμένα θρεπτικά στοιχεία, λόγω αυξημένου ανταγωνισμού μεταξύ τους και μειωμένης κινητικότητάς τους στο έδαφος. Την ίδια στιγμή, μειώνεται σημαντικά ο κίνδυνος προσθήκης υπερβολικών ποσοτήτων αζωτούχων λιπασμάτων, αποφεύγοντας τοξικότητες και τις δυσμενείς επιπτώσεις για το δέντρο και το περιβάλλον. Ο παραγωγός θα πρέπει να έχει φτιάξει εξαρχής ένα μελετημένο και εξατομικευμένο πρόγραμμα, διαμοιράζοντας τις προστιθέμενες ποσότητες καθ’ όλη την καλλιεργητική περίοδο.
Αζωτούχα:
Ουρία (προτιμάται λόγω χαμηλότερου κόστους και καλής διαλυτότητας στο νερό). Tο νιτρικό ασβέστιο είναι καλύτερα να αποφεύγεται.
Σύμφωνα με το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, η υδρολίπανση με άζωτο πρέπει να ξεκινά τον Φεβρουάριο ώστε το στοιχείο να είναι διαθέσιμο στις περιόδους μεγαλύτερης ανάγκης (Μάρτιο-Απρίλιο) (2). Σύμφωνα με έρευνες, συστήνεται η προσθήκη 0,4 kg αζώτου ανά δέντρο για παραγωγή ελαιολάδου και 0,6 kg ανά δέντρο για την παραγωγή βρώσιμων ελιών (Morales-Sillero et al., 2009)
Φωσφορικό οξύ, φωσφορικό μόνο- και δι-αμμώνιο (PMA, PDA). Προτιμάται το φωσφορικό οξύ λόγω καλύτερης διαλυτότητας, ενώ μειώνει το pH και καθαρίζει τους σωλήνες άρδευσης.
Η παροχή του φωσφόρου μέσω υδρολίπανσης βοηθάει σημαντικά στην κινητικότητα και διαθεσιμότητα του στοιχείου (Erel et al., 2018).
Το νιτρικό κάλιο συχνά προτιμάται έναντι του θειϊκού καλίου λόγω καλύτερης υδατο-διαλυτότητας
H τροφοπενία καλίου είναι συχνό πρόβλημα στην Μεσόγειο ακόμα και σε πλούσια εδάφη. Για αυτό το λόγο, συνίσταται η προσθήκη 0,5-1 kg ανά δέντρο (ή 30 κιλών ανά στρέμμα) (Hussein, 2008).
Τέλος, σύμφωνα με το Olive4Climate, τo 50% των συνολικών ποσοτήτων σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο πρέπει να προστίθεται με την υδρολίπανση κατά την βλαστητική περίοδο έως το δέσιμο του καρπού, το 20-25% κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης του καρπού, ενώ η υπόλοιπη ποσότητα έως την ωρίμανση των καρπών (1). Για να αποφευχθεί το φράξιμο των μπεκ από τα πιθανά υπολείμματα των λιπασμάτων, συστήνεται η παροχή του λιπάσματος να πραγματοποιείται στην μέση του προγράμματος άρδευσης ώστε το τελικό καθαρό νερό να ξεπλένει το δίκτυο.
Πηγές:
Πηγή: www.wikifarmer.com/el